share on:

Botox για συχνοουρία και ακράτεια ούρων

Διάφορες παθήσεις μπορούν να προκαλέσουν συχνοουρία και επιτακτική ακράτεια ούρων. Τα νευρολογικά αίτια περιλαμβάνουν κακώσεις του νωτιαίου μυελού, νόσο Πάρκινσον ή σκλήρυνση κατά πλάκας, ενώ άλλες φορές οφείλονται σε σακχαρώδη διαβήτη ή σε ιδιοπαθή υπερλειτουργικότητα του εξωστήρα μυ της κύστης. Εκτός από την επιβάρυνση της ποιότητας ζωής του ασθενή, ελοχεύει και ο κίνδυνος νεφρικής ανεπάρκειας λόγω υπερβολικών ενδοκυστικών πιέσεων και παλινδρόμησης των ούρων.

Η αρχική αντιμετώπιση των ασθενών με υπερλειτουργική κύστη περιλαμβάνει αλλαγές στον τρόπο ζωής (όπως μείωση της κατανάλωσης υγρών και καφεΐνης) και τη χορήγηση αντιχολινεργικών φαρμάκων. Οι ασθενείς με αυξημένο υπόλειμμα μετά την ούρηση αντιμετωπίζονται με διαλείποντες καθετηριασμούς και συχνά σε συνδυασμό με αντιχολινεργικά. Ωστόσο, η μακροχρόνια αγωγή με αντιχολινεργικά έχει χαμηλή συμμόρφωση και πολλοί ασθενείς τη διακόπτουν λόγω παρενεργειών ή χαμηλής αποτελεσματικότητας, αν και στο εμπόριο κυκλοφορούν φαρμακοτεχνικές μορφές παρατεταμένης απελευθέρωσης και παρεντερικής χορήγησης. Παλαιότερα οι ασθενείς με υπερλειτουργική ακράτεια και μειωμένη χωρητικότητα κύστης αντιμετωπίζονταν με επεμβάσεις αυξητικής κυστεοπλαστικής με τη χρήση τμήματος εντέρου. Οι επεμβάσεις όμως αυτές είχαν αυξημένα ποσοστά επιπλοκών. Η νεώτερη προσέγγιση δεύτερης γραμμής περιλαμβάνει ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές όπως η ενδοκυστική ένεση μπότοξ και η ηλεκτροδιέγερση του ιερού πλέγματος.

Μια μορφή της αλλαντικής τοξίνης τύπου Α ( onabotulinum toxinA, BOTOX® ) έχει πάρει έγκριση από τις Αμερικανικές και Ευρωπαϊκές αρχές για τη θεραπεία της υπερλειτουργικής κύστης και της υπερλειτουργικής ακράτειας ούρων που οφείλονται σε ιδιοπαθή υπερδραστηριότητα του εξωστήρα μυ της κύστης ή σε νευρογενή κύστη, σε ασθενείς στους οποίους τα αντιχολινεργικά φάρμακα ήταν μη αποτελεσματικά ή μη ανεκτά.Η αλλαντική τοξίνη μπλοκάρει τη νευρομυϊκή μετάδοση με το να δεσμεύεται στους υποδοχείς κινητικών και συμπαθητικών νευρικών απολήξεων, να εισέρχεται στις νευρικές απολήξεις και να αναστέλλει την έκκριση ακετυλοχολίνης. Η αναστολή συμβαίνει γιατί η τοξίνη διασπά την πρωτεΐνη 25 του συναπτοσώματος (SNAP-25), μιας πρωτεΐνης κρίσιμης σημασίας για την επιτυχημένη απελευθέρωση της ακετυλοχολίνης από προσυναπτικά κυστίδια που βρίσκονται εντός των νευρικών απολήξεων. Όταν εγχύνεται στον μυ σε θεραπευτικές δόσεις το μπότοξ προκαλεί μερική χημική απονεύρωση του μυός, οδηγώντας σε εντοπισμένη μείωση της μυϊκής δραστηριότητας. Η επίδραση είναι προσωρινή και ο μυς σταδιακά επανανευρώνεται, όπως έχουν δείξει σχετικές μελέτες.

 

 

Αποτελεσματικότητα και παρενέργειες του μπότοξ στην κύστη:

Η ενδοκυστική ένεση μπότοξ αυξάνει τη λειτουργική χωρητικότητα της ουροδόχου κύστης, μειωνεί τη συχνοουρία και τα επισόδεια απώλειας ούρων. Το 75% των ασθενών βλέπει αποτελέσματα με τη θεραπεία με μπότοξ.

Η επέμβαση μπορεί να γίνει με τοπική αναισθησία και δεν χρειάζεται νοσηλεία. Κυριότερες επιπλοκές είναι η ουρολοίμωξη και η αύξηση του υπολείμματος μετά την ούρηση. Μόνο το 6% των ασθενών χρειάζεται προσωρινά αυτοκαθετηριασμούς.

Η ενδοκυστική ένεση μπότοξ βελτιώνει την ποιότητα ζωής των ασθενών και τους απαλάσει από άγχος, ντροπή και περιοριστικές συνήθειες. Το 85% των ασθενών που έκαναν μπότοξ θέλουν να το επαναλάβουν.

Πώς γίνεται το botox στην ουροδόχο κύστη;

Η ενδοκυστική ένεση μπότοξ γίνεται με μια διαδικασία ανάλογη της κυστεοσκόπησης. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί άκαμπτο ή εύκαμπτο κυστεοσκόπιο και η ένεση γίνεται μέσω μιας μακριάς εύκαμπτης βελόνας. Μπορεί να γίνει υπό τοπική ή γενική αναισθησία. Πριν την επέμβαση θα πρέπει να έχει γίνει καλλιέργεια ούρων για την αποφυγή ουρολοίμωξης.

Το Botox® κυκλοφορεί σε φιαλίδια των 100 και 200 μονάδων. Οι 100 μονάδες για τις περιπτώσεις ιδιοπαθούς υπερλειτουργικού εξωστήρα και οι 200 μονάδες για τις περιπτώσεις νευρογενούς κύστης. Πριν τη χορήγηση γίνεται ανασύσταση με φυσιολογικό ορό, έτσι ώστε κάθε 1ml διαλύματος να περιέχει 10 μονάδες μπότοξ.

Ο ουρολόγος στη συνέχεια προβαίνει στη διαδικασία κυστεοσκόπησης και σε ορισμένα σημεία της κύστης γίνονται υποβλεννογόνιες ενέσεις μπότοξ. Η όλη διαδικασία κρατάει περίπου μισή ώρα και έπειτα από μερικές ώρες ο ασθενής πηγαίνει σπίτι του.

Τα αποτελέσματα του μπότοξ φαίνονται σε 7 με 10 μέρες και ο ασθενής χρειάζεται απλώς μια παρακολούθηση για τυχών ουρολοίμωξη ή επίσχεση ούρων.

Σε ποιό νοσοκομείο γίνεται το ενδοκυστικό μπότοξ;

Η εφρμογή της ενδοκυστικής ένεσης μπότοξ είναι εύκολη και μπορεί να γίνει με ημερήσια νοσηλεία σε οποιαδήποτε σχεδόν κλινική. Ο ουρολόγος Αντώνης Λογοθέτης συνεργάζεται με αρκετές κλινικές και νοσοκομεία για την καλύτερη εξυπηρετησή σας

Πόσο καιρό κρατάνε τα αποτελέσματα του botox στην κύστη;

Τα αποτελέσματα της ενδοκυστικής ένεσης μπότοξ αρχίζουν να φαίνονται μέσα σε 7 με 10 μέρες από τη στιγμή της επέμβασης και κρατάνε περίπου 6 με 9 μήνες. Η διαδικασία μπορεί να επαναληφθεί όσες φορές θέλει ο ασθενής, χωρίς να αλλάζει η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου

Πόσο κοστίζει το botox στην κύστη;

Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το συνολικό κόστος του ενδοκυστικού μπότοξ στην κλινική Doctors Hospital είναι 1200 ευρώ. Η τιμή είναι για ασφαλισμένους του ΕΟΠΥΥ, για ημερήσια νοσηλεία, για 200 μονάδες botox και περιλαμβάνει όλες τις αμοιβές.

Μπορεί να σας ενδιαφέρουν επίσης:

 

Βιβλιογραφία:

 

Εικόνα admin

Αντώνιος Λογοθέτης Ουρολόγος, Fellow European Board of Urology

Σπούδασα στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο και αποφοίτησα το 2003. Ειδικεύτηκα για 1 ½ χρόνο στη χειρουργική στο Νοσοκομείο Παίδων Πεντέλης, έπειτα για 6 μήνες στην Ουρολογική Κλινική του Νοσοκομείου Σύρου και για 4 χρόνια στην Β’ Πανεπιστημιακή Κλινική του Σισμανόγλειου Νοσοκομείου. Η συνεχής ενημέρωση στον τομέα της ουρολογίας είναι πρωταρχικός μου στόχος, έτσι μετά εξειδικεύτηκα στην Ακράτεια και τη Νευροουρολογία στο Νοσοκομείο Southmead NHS Trust, Bristol στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ογκολογική Ουρολογία στο νοσοκομείο The Christie NHS Foundation Trust Manchester. Οι τομείς που ειδικεύομαι είναι η νευροουρολογία, η ουροδυναμική, η στυτική δυσλειτουργία, υπογονιμότητα, η γυναικο-ουρολογία και η ακράτεια. Είμαι επιστημονικός συνεργάτης του Ιατρικού Αθηνών όπου είμαι υπεύθυνος για το Ουροδυναμικό εργαστήριο και επιστημονικός συνεργάτης για τον καρκίνο του πέους της Β’ Πανεπιστημιακής Ουρολογικής Κλινικής και υποψήφιος διδάκτορας.